Μενού Κλείσιμο

Πορτρέτα Πλοίων

Πορτρέτα Πλοίων

Έκθεση στην Γκαλερί ΑΔΑΜ, Νοέμβριος 2004

Ένας κόσμος λεηλατημένος από τον χρόνο και τη φθορά, απομεινάρια που στέκουν μετέωρα, διακυβεύοντας την ύπαρξη τους ανάμεσα στο χτες και το σήμερα, είναι η τελευταία ζωγραφική της Μαρίας Κτιστοπούλου. Ένας προβληματισμός πάνω στο μυστήριο του χρόνου και της φθοράς διαχέεται από τα έργα της που απεικονίζουν πλοία, πλοία παροπλισμένα, μισοβυθισμένα, σαπισμένα, μάρτυρες κι απομεινάρια μιας ζωής που διάβηκε. Πλοία με τη σκουριά να κατατρώει τα σιδερά τους και να αφανίζει τις σιωπηλές μηχανές τους που κάποτε υπερέβαιναν τις δυνάμεις του ανθρώπου σήμερα εγκαταλελειμμένα έρχονται να επιβεβαιώσουν τον αμείλικτο νόμο των φυσικών ορίων της ύπαρξης και της επακόλουθης παρακμής. Με επαναληπτικά σχήματα, καθώς αναπτύσσει το θέμα της σε σειρά, η καλλιτέχνης καλεί τον θεατή να παρακολουθήσει, όχι μιαν αφήγηση με αρχή και τέλος, αλλά τις μεταλλαγές που ο χρόνος προκαλεί, αναδεικνύοντας τη ζωγραφική σε φορέα κριτικής σκέψης και προβληματισμού.

Η ζωγραφική του τελάρου εξακολουθεί να προσφέρει δυνατότητες για αναθεώρηση της σχέσης πράγματικότητας-τέχνης, χωρίς να διστάζει να αντλήσει στοιχεία και μεθόδους από το παρελθόν της. Και εδώ χρώμα και φως έρχονται να αναδείξουν την αναπόφευκτη φθορά, καθώς η Κτιστοπούλου τη βιώνει μέσα από την ένταση του χρώματος που εμμένει να δίνει παλμό και να τονίζει την ύπαρξη ενός κόσμου που καταρρέει. Σε ένα χώρο ενεργητικό, με εξπρεσιονιστικά στοιχεία να κυριαρχούν, τα πλοία της στέκουν εκεί περήφανα, μάρτυρες των περασμένων, γερασμένες, θάλεγες, μορφές, φορτωμένες εμπειρίες που κουβαλούν μέσα τους, σαν άνθρωποι στη δύση του βίου τους, την ομορφιά μιας πολυκύμαντης, έντονα βιωμένης, ζωής. Χρησιμοποιώντας ελεύθερους χρωματικούς όγκους σε πρώτο επίπεδο, με χειρονομιακή, σχεδόν, τοποθέτηση των τονικών διαβαθμίσεων, δίνει πλούσιο εκφραστικό περιεχόμενο στη ζωγραφική επιφάνεια. Η εναλλαγή έντονων θερμών και ψυχρών χρωμάτων εντείνει τη δυναμική παρουσία των πλοίων, τα οποία, καθώς καταλαμβάνουν όλη σχεδόν την επιφάνεια του πίνακα, υποβάλλουν το εσωτερικό περιεχόμενο του έργου. Περιεχόμενο που τονίζεται ακόμη περισσότερο με τον στροβιλισμό του χρώματος στον ουρανό, σαν σύγκρουση δυνάμεων ανάμεσα στο χτες και το σήμερα.

Την ίδια δυναμική συναντάμε και στις υδατογραφίες, όπου η απόδοση και η ερμηνεία του φυσικού χώρου είναι το κύριο μέλημα της Κτιστοπούλου. Και εδώ η ζωγράφος δεν περιορίζεται στην περιγραφή, αλλά προσπαθεί ν’ αποδώσει κάτι από την ατμόσφαιρα και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του χώρου. Εδώ τα στοιχεία δίνονται με περισσότερο υπαινικτικό τρόπο, ενώ ένας καθαρά λυρικός τόνος εκφράζεται μέσα από τον πλούτο των τονικών διαβαθμίσεων, που ενοποιούν θάλασσα και ουρανό και δίνουν ένα πλούσιο, εκφραστικό περιεχόμενο στη ζωγραφική επιφάνεια.

«Πορτρέτα πλοίων», γερασμένων, παροπλισμένων, φθαρμένων, η ζωγραφική της Μαρίας Κτιστοπούλου. Βιώνοντας όμως τη φθορά μέσα στο φως και το χρώμα «την ξορκίζει καλοπιάνοντας την», όπως λέει η Κική Δημουλά. Μάρτυρες μιας παλιάς ζωής, της δικής τους και της δικής μας, μετατρέπονται σε ακοίμητους φρουρούς όχι της μνήμης, αλλά της ίδιας της ζωής στην πορεία της προς την αιωνιότητα.

Όλγα Μεντζαφού-Πολύζου

Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης